O πρώτος που ασχολήθηκε με ζητήματα προσκόλλησης ήταν ο Bowlby και συγκεκριμένα επιχείρησε να περιγράψει και να εξηγήσει, πώς τα βρέφη προσκολλώνται συναισθηματικά στον πρωταρχικό τροφό τους. Τα βρέφη με τα γέλια τους, με το κλάμα τους, με τη συμπεριφορά τους δηλαδή και τα συναισθήματα που γεννούν στους άλλους, καταφέρνουν να διατηρήσουν την εγγύτητα προς έναν ενήλικα τροφό, κάτι που εξασφαλίζει την ασφάλεια και την επιβίωση τους. Για παράδειγμα οποιοσδήποτε τους φροντίζει σ΄ εκείνον θα κάνουν τα νάζια τους, τα χάδια τους, θα γίνουν χαριτωμένα, προκειμένου να κερδίσουν την φροντίδα και τελικά την αγάπη. Κι αυτό είναι το εξελικτικό νόημα της αγάπης σύμφωνα με μια κοινωνιοβιολογική ερμηνεία.
Αν ήμασταν τέλειοι και αυτάρκεις, αυτόνομοι και αυτοτελείς, δεν θα χρειαζόταν ούτε να σχετιστούμε με άλλους ούτε να αγαπήσουμε ούτε να αγαπηθούμε. Σε μια σχέση υπάρχει συμπληρωματικότητα. Όταν έχω τη δουλειά μου, το αυτοκίνητό μου, το σπίτι μου, είναι εύκολο να παραπλανηθώ και να μην κινητοποιηθώ να σχετιστώ, γιατί θα καλύπτομαι πίσω από μια ψευδαίσθηση αυτάρκειας. Αυτά αποτελούν και ένα μύθο της σύγχρονης πραγματικότητας και αποκτούν ένα ειδικό βάρος ξεχωριστό για τους άντρες και τις γυναίκες. Στην πραγματικότητα από τη φύση μας όλοι οι άνθρωποι είμαστε ελλιπείς.
Το έργο του Bowlby δε συνίσταται βέβαια μόνο σε μια θεωρία για τη δημιουργία του συναισθηματικού δεσμού, της προσκόλλησης δηλαδή, αλλά ο ίδιος ο Bowlby έχει περιγράψει και εξηγήσει και τη διακοπή των συναισθηματικών δεσμών. Συγκεκριμένα διατύπωσε μια ακολουθία τριών συναισθηματικών αντιδράσεων, που χαρακτηριστικά λαμβάνουν χώρα μετά τον αποχωρισμό ενός βρέφους από τον πρωταρχικό του τροφό. Η πρώτη αντίδραση, που εμφανίζεται μετά τον αποχωρισμό είναι η διαμαρτυρία. Η αντίδραση αυτή χαρακτηρίζεται από μια επίμονη αναζήτηση του απόντος τροφού, από διαταραγμένο ύπνο και φαγητό, απαρηγόρητο κλάμα και αντίσταση στις προσφορές φροντίδας από τους άλλους. Η αντίδραση που ακολουθεί, σε περίπτωση που ο χωρισμός του βρέφους από τον τροφό παραταθεί, είναι η απόγνωση, η οποία χαρακτηρίζεται από παθητικότητα, λήθαργο και καταθλιπτική διάθεση. Τελευταία αντίδραση αποτελεί η απόσυρση, η οποία γίνεται αντιληπτή μόνο κατά την επανένωση του βρέφους με τον τροφό. Σ’ αυτήν την περίπτωση το βρέφος, αντί να παρουσιάσει μια αντίδραση που είναι αναμενόμενη στην επανένωση (πχ να προστρέξει γρήγορα στον τροφό για παρηγοριά), αγνοεί τον πρωταρχικό τροφό του και αποφεύγει την επαφή μαζί του. Η φύση αυτής της ακολουθίας αντιδράσεων στον αποχωρισμό από τον τροφό είναι εκπληκτικά αξιόπιστη όχι μόνο μεταξύ των βρεφών του ανθρώπινου είδους, αλλά και μεταξύ πολλών μικρών διαφορετικών ειδών.
Ο δεσμός αυτός έχει συνέπειες τόσο για την αυτοεικόνα του παιδιού όσο και για την εικόνα που αυτό αναπτύσσει για τον κοινωνικό κόσμο. Η σχέση προσκόλλησης έχει αντίκτυπο στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού και η φύση και η ποιότητα αυτής της πρώτης σχέσης σε μεγάλο βαθμό καθορίζεται από την διαθεσιμότητα και την ανταποκριτικότητα του τροφού στις ανάγκες του παιδιού. Μέσα από τη συνεχή αλληλεπίδραση με τον τροφό το παιδί αναπτύσσει εσωτερικά νοερά μοντέλα, που περιέχουν πιστεύω και προσδοκίες για το αν ο τροφός νοιάζεται και ανταποκρίνεται και για το αν ο εαυτός είναι άξιος φροντίδας και προσοχής. Αυτά τα νοερά μοντέλα μεταφέρονται μετά και στις νέες σχέσεις, όπου και καθοδηγούν τις προσδοκίες, την αντίληψη και τη συμπεριφορά. Έτσι τα νοερά μοντέλα παρέχουν ένα μηχανισμό διαχρονικής συνέχειας του τύπου προσκόλλησης και είναι σημαντικά στην κατανόηση του ρόλου που έχουν οι πρώιμες σχέσεις στον καθορισμό των ενήλικων σχέσεων. Η έννοια των νοερών μοντέλων εξηγεί, πώς η εμπειρία του παιδιού εσωτερικεύεται. Ένα άτομο αναπτύσσει μια θετική ή αρνητική εικόνα για τον άλλον σαν προσιτό ή όχι, και μια θετική ή αρνητική εικόνα για τον εαυτό σαν άξιο αγάπης ή όχι. Αυτό το νοερό μοντέλο συχνά γενικεύεται και σε άλλες σχέσεις και συνεχίζει να λειτουργεί με τη μορφή υποθέσεων και προσδοκιών για τον εαυτό και τους άλλους και σε άλλες συνθήκες πέρα από αυτές που το δημιούργησαν.
Η περίοδος δημιουργίας του συναισθηματικού δεσμού συμπίπτει και με την περίοδο, όπου κατά τον Erickson, το βρέφος αποκτά τη βασική εμπιστοσύνη ή τη δυσπιστία προς τους άλλους και που διαρκεί την πρώτη χρονιά της ζωής του. Και οι 2 θεωρίες εστιάζουν στο πόσο σημαντικό είναι και τι συναισθηματικές επιπτώσεις έχει να καλύπτονται οι ανάγκες του μωρού. Η ασφάλεια και η εμπιστοσύνη που αρχικά το περιβάλλον εμπνέει στο βρέφος σε λίγο καιρό θα εσωτερικευθούν και θα μεταφραστούν σε εμπιστοσύνη για τον εαυτό, σε μια εικόνα του εαυτού ως άξιου αγάπης και φροντίδας που θα επιτρέψουν το παιδί να αυτονομηθεί και να προχωρήσει ομαλά στο δεύτερο στάδιο που είναι η αυτονόμηση ενάντια στην αμφιβολία. Στο τρίτο στάδιο, πρωτοβουλία ενάντια στην ενοχή, η εδραίωση των προηγούμενων σταδίων θα επιτρέψει στο παιδί να αρχίσει να δραστηριοποιείται στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Φαίνεται ότι η σημασία των σχέσεων στην εξέλιξη του ανθρώπου υποστηρίζεται από πολλές θεωρίες και με διαφορετικές οπτικές.
Ο Bowlby ισχυρίστηκε ότι «η συμπεριφορά δεσμού χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος από τη γέννηση μέχρι το θάνατο» και τελικά επηρεάζει τις κοινωνικές ικανότητες και την ευτυχία σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής .
Υπάρχουν κάποιες ατομικές διαφορές στις σχέσεις προσκόλλησης. Από την παρατήρηση βρεφών και τροφών προέκυψαν τρία ξεχωριστά μοτίβα, στιλ ή τύποι προσκόλλησης: ο ασφαλής, ο αγχώδης/ αμφιθυμικός, και ο αποφευκτικός. Τα ασφαλή βρέφη, όταν αγχώνονται, χρησιμοποιούν με επιτυχία τον τροφό σαν μια ασφαλή βάση. Τα αγχώδη/ αμφιθυμικά βρέφη, όταν αγχώνονται, εκφράζονται με εμφανείς διαμαρτυρίες και θυμό προς τον πρωταρχικό τροφό, ενώ τα αποφευκτικά επιδεικνύουν σημάδια απόσυρσης. Τα τρία στιλ φαίνεται να συνδέονται στενά με τις διαφορές των τροφών σε ζεστασιά και ανταποκριτικότητα.
Αυτή η τάση να είμαστε πιο αγχώδεις, πιο ασφαλείς ή πιο αποφευκτικοί στις σχέσεις μας, μας ακολουθεί και στον τρόπο που ως ενήλικες σχετιζόμαστε. Οποιαδήποτε σχέση μας είναι ένας υγιής συναισθηματικός δεσμός, με τον σύντροφο, τον φίλο μας, τον παιδί μας, όταν αναζητώ να είμαι μαζί με τον άλλον, όταν μου λείπει που είμαστε χωριστά κι όταν η παρουσία του μου δίνει δύναμη και διάθεση να πειραματιστώ και να ανακαλύψω τον κόσμο (you are the wind beneath my wings) . Η ερωτική σχέση για παράδειγμα είναι μια διαδικασία προσκόλλησης με σημαντικές ομοιότητες με την προσκόλληση παιδιού- τροφού. Όπως το παιδί στην αρχή της ζωής του κερδίζει την αγάπη των γονιών, και δεν τους αποχωρίζεται εύκολα, με τον καιρό όμως μπορεί να αρχίσει να εξερευνά τον κόσμο και να απομακρύνεται σταδιακά από αυτούς, μια διαδικασία που χρειάζεται περίπου 2 χρόνια για να ολοκληρωθεί, έτσι κι όταν ερωτευόμαστε στην αρχή φλερτάρουμε, διεκδικούμε τον άλλον, δύσκολα τον αποχωριζόμαστε, θέλουμε να είμαστε συνέχεια μαζί του, με τον καιρό όμως ο έρωτας δίνει τη θέση του στην αγάπη και μια καλή σχέση μπορεί να γίνει αφετηρία για την προσωπική εξέλιξη του κάθε μέλους της σχέσης. Πρόκειται για το είδος της αγάπης που απελευθερώνει αντί να εγκλωβίζει.
Στη συνέχεια θα πούμε δυο λόγια για το προφίλ των ανθρώπων ανάλογα με το στιλ προσκόλλησης που τείνουν να εκδηλώνουν. Tα ασφαλώς προσκολλημένα άτομα το βρίσκουν εύκολο να πλησιάσουν τους άλλους συναισθηματικά, να βασίζονται σ’ αυτούς και να βασίζονται οι άλλοι στους ίδιους. Δεν ανησυχούν μήπως οι άλλοι τους εγκαταλείψουν ή μήπως κάποιος έρθει πολύ κοντά τους. Tείνουν να αναπτύσσουν νοερά μοντέλα του εαυτού τους σαν φιλικού, καλού και αρεστού και των σημαντικών άλλων σαν καλών προθέσεων, αξιόπιστων και έμπιστων. Τα αμφιθυμικά άτομα βρίσκουν τους άλλους απρόθυμους να έρθουν τόσο κοντά όσο οι ίδιοι θα ήθελαν. Συχνά ανησυχούν, ότι ο σύντροφός τους δε τους αγαπάει πραγματικά ή δε θέλει να μείνει μαζί τους. Θέλουν να έρθουν πολύ κοντά στο σύντροφό τους. Tείνουν να αναπτύσσουν νοερά μοντέλα του εαυτού τους σαν θύμα παρεξήγησης, υποτιμημένου και με έλλειψη αυτοπεποίθησης και των σημαντικών άλλων σαν αναξιόπιστων, απρόθυμων ή ανίκανων να δεσμευτούν σε μια μόνιμη σχέση. Τα αποφευκτικά άτομα νιώθουν άβολα να πλησιάσουν τους άλλους συναισθηματικά. Δυσκολεύονται να τους εμπιστευτούν εντελώς και να επιτρέψουν τον εαυτό τους να βασιστεί σ’ αυτούς. Ανησυχούν, όταν οι άλλοι τους πλησιάζουν πολύ. Tείνουν να αναπτύσσουν νοερά μοντέλα του εαυτού τους σαν καχύποπτου, απόμακρου και προβληματισμένου και των σημαντικών άλλων σαν αναξιόπιστων ή υπερβολικά πρόθυμων να δεσμευτούν σε μια σχέση. Συνειδητά οι ίδιοι μπορεί να υπερασπίζονται μια θετική εικόνα εαυτού, ότι δηλαδή οι άλλοι φταίνε που δεν έχω βρει τον κατάλληλο και τα λοιπά, μπορεί όμως αυτή να είναι μια πλαστή θετική εικόνα, μια αμυντική στάση απέναντι σ΄ ένα ευάλωτο εαυτό. Tτέτοιοι άνθρωποι χρειάστηκε να προστατευτούν για την επιβίωσή τους από το να έχουν προσδοκίες από τους άλλους ανθρώπους μετά βέβαια από επανειλημμένες προσπάθειες για επαφή και επώδυνες απογοητεύσεις. Έτσι μπορεί να είναι άνθρωποι αποσυρμένοι από τις στενές συναισθηματικές σχέσεις, να τις υποτιμούν, να τις υπερτιμούν, να τις αποφεύγουν ως αποτέλεσμα μιας μη δημιουργικής πάλης. Μπορεί να φαίνονται αυτάρκεις, ανεξάρτητοι, δυναμικοί, συναισθηματικά σταθεροί. Για πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους θα ταίριαζε αυτό που λέει ο H. D. Thoreau «μυριάδες άνθρωποι ζουν μια ζωή ήσυχης απελπισίας».
Να τονίσουμε ότι συνήθως μπορούμε να βρούμε τον εαυτό μας και στα τρία στιλ προσκόλλησης και μπορούμε και να τα επεξεργαστούμε, να τα δουλέψουμε, να τα γνωρίσουμε, να τα αποδεχτούμε στην πορεία της ζωής μας, μέσα από τις σχέσεις μας, τις εμπειρίες, την ψυχοθεραπεία, μέσα από μια στάση ενεργητική απέναντι στη ζωή, αναλαμβάνοντας μια δράση για αυτά που συμβαίνουν.
Ανάλογα με το συναισθηματικό δεσμό που αναπτύσσει το παιδί με τον τροφό μπορούμε να διατυπώσουμε δηλαδή κάποιες προβλέψεις για το πώς θα βιώσει την αγάπη σαν ενήλικας.
Μπορούμε δηλαδή να αντιληφθούμε την ενήλικη αγάπη σαν μια διαδικασία προσκόλλησης. Η ρομαντική αγάπη είναι μια βιολογική διαδικασία με εξελικτικό χαρακτήρα. Ο εξελικτικός χαρακτήρας έχει το σκοπό να διευκολύνει την προσκόλληση ανάμεσα σε δυο ενήλικους εραστές, οι οποίοι είναι πολύ πιθανό να γίνουν οι γονείς ενός βρέφους, που θα χρειάζεται την αξιόπιστη φροντίδα τους.
Αυτές οι γνώσεις μας επιτρέπουν να διατυπώσουμε μερικά συμπεράσματα, πράγματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να αναπτύσσουμε πιο ασφαλείς δεσμούς με τους ανθρώπους που μας ενδιαφέρουν, τα παιδιά και τους συντρόφους μας, γιατί δεν είναι απαραίτητο να εγκλωβιστούμε σ΄ αυτό που μας συνοδεύει σαν ιστορία, σ΄ ένα όχι και τόσο ευνοϊκό ιστορικό προσκόλλησης.
Πολύ σημαντικά στη ζωή μας είναι το χτίσιμο της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης στις σχέσεις μας με τους άλλους και στη σχέση με τον εαυτό μας. Αυτό επιτυγχάνεται, όταν υπάρχει η σιγουριά ότι η παρηγοριά θα έρθει μετά την απογοήτευση, η απογοήτευση δεν θα γίνει απόγνωση. Αυτή η περιοδικότητα, η προσδοκία ή αλλιώς η σιγουριά ότι μετά την καταιγίδα θα βγει ο ήλιος με τα χρόνια εσωτερικεύεται και διαμορφώνεται μια εικόνα θετική για τον εαυτό και για τον κόσμο. Η απογοήτευση είναι αναπόφευκτη στη ζωή μας. Ο ασφαλής άνθρωπος δε σημαίνει ότι δεν θα απογοητευτεί, δεν θα ματαιωθεί, αλλά σημαίνει ότι θα παρηγορηθεί επαρκώς. Μια ανάγκη ματαιώθηκε, η ανάγκη μου όμως για παρηγοριά εκπληρώθηκε. Αυτό δημιουργεί ασφάλεια μέσα από τον συναισθηματικό δεσμό, είναι και αυτό που μου επιτρέπει σε μια δύσκολη ώρα να πω «μπόρα είναι και θα περάσει». Δεν είμαι δηλαδή στην απόσυρση, στη βεβαιότητα δηλαδή ότι όλα τελείωσαν. Διαφορετικά πολλές φορές σε μια δύσκολη ώρα μπορεί να σκεφτώ, πχ έχω ένα κρύωμα και νομίζω ότι δε θα γίνω ποτέ καλά. ή το αντίθετο. Σε μια δύσκολη ώρα να πω έλα μωρέ δεν είναι τίποτα για να προστατευτώ από τον φόβο. Αντιδράσεις που μας θυμίζουν αντίστοιχα ένα αγχώδες ή ένα πιο αποφευκτικό προφίλ.
Πολλές φορές λέμε ότι είναι σημαντικό ο άνθρωπος, το παιδί, ή και ο ψυχοθεραπευόμενος, να μάθει να «χτίσει» εμπιστοσύνη. Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό είναι η τήρηση των υποσχέσεων, η συνέπεια. Για παράδειγμα αν πω ότι θα διαβάσω 2 ώρες, να κρατήσω αυτήν την υπόσχεση και να μην εξαπατήσω τον εαυτό μου, μετά τις 2 ώρες να διαβάσω και άλλο. Αλλιώς κάνω σαν τη μαμά που υπόσχεται στο παιδί της βόλτα στο πάρκο στην περίπτωση που φτιάξει ο καιρός, και μετά το εξαπατά μη τηρώντας την υπόσχεση. Έτσι κλονίζεται η εμπιστοσύνη και η ασφάλεια, όταν δηλαδή οι ανάγκες του παιδιού καλύπτονται περιστασιακά και με ασυνέπεια. Αυτό μπορεί να του προκαλέσει θυμό, ανασφάλεια και να οδηγήσει σε ένα εξαρτητικό είδος προσκόλλησης. Για παράδειγμα σε μια κρίσιμη στιγμή το παιδί προδίδεται, πχ, φύγε γρήγορα πριν σε δει το παιδί, πάρε το παιδί μια βόλτα να φύγω, γιατί δεν το αντέχω να φεύγω και να κλαίει. Αυτό το παιδί δύσκολα θα εμπιστευτεί ότι οι άλλοι άνθρωποι δεν θα το εγκαταλείψουν ξαφνικά. Μπορεί ως μεγάλος να ζηλεύει, να κάνει σκηνές, να αναζητά διαρκώς τον /την σύντροφο του.
Και οι απογοητεύσεις έχουν το νόημα τους για τη ζωή και την εμπιστοσύνη. Η σημασία των ανεκτών απογοητεύσεων στη ζωή, είναι η κινητήρια δύναμη, γιατί η απογοήτευση δημιουργεί μια ακάλυπτη ανάγκη που κινητοποιεί τις δυνάμεις του οργανισμού, να την καλύψει. Αν καλύπτονταν όλες οι ανάγκες μας, δεν θα είχαμε το κίνητρο να προσπαθήσουμε για κάτι. Δεν θα μαθαίναμε να μιλάμε, να περπατάμε. Αυτό είναι η ζωή. Αυτό θυμίζει τη θεωρία του Winnicott για την αρκετά καλή μητέρα, την αποδοχή δηλαδή ότι δεν υπάρχει ιδανική μητέρα που δε πρόκειται να απογοητεύσει ποτέ το παιδί της και ότι καλώς θα το απογοητεύσει γιατί έτσι θα του επιτρέψει να σχετιστεί και με άλλους ανθρώπους, να αναπτύξει και άλλους συναισθηματικούς δεσμούς .
Επιστρέφοντας πάλι στη δημιουργία του πρώτου συναισθηματικού δεσμού μπορούμε να δούμε την τροφή ως το μέσο του σχετίζεσθαι. Η σημασία της τροφής άλλωστε, συναισθηματικής και κυριολεκτικής, φαίνεται και από την λέξη τροφός, αυτός που σε μεγαλώνει και σε τρέφει. Το φαγητό είναι το πρωταρχικό μέσο που μας επιτρέπει να συνδεθούμε με τους ανθρώπους σε μια περίοδο που είμαστε πλήρως εξαρτημένοι από τους άλλους για την επιβίωσή μας. Έτσι το πώς θα διαχειριστεί ο τροφός αυτήν την εξάρτηση, με σεβασμό, με αγάπη, με επιθετικότητα, μπουκώνοντας, με παραβίαση, με παραμέληση είναι κεντρικό στην ανάπτυξη του συναισθηματικού δεσμού και στην ποιότητα της επαφής. Στην δημιουργία της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης είναι πολύ σπουδαίος ο ρόλος του μητρικού θηλασμού, της επαφής δέρμα με δέρμα, καθώς ο θηλασμός ξαναδίνει την ευκαιρία στο παιδί να ξαναμπεί για λίγο στο ασφαλές περιβάλλον της μήτρας.
Ένας άλλος σπουδαίος συναισθηματικός δεσμός, με κάποιες ιδιαιτερότητες βέβαια, είναι η σχέση που αναπτύσσει ο θεραπευτής με τον θεραπευόμενο, η οποία είναι και ένα βασικό εργαλείο για τη θεραπεία Gestalt. Η θεραπευτική σχέση είναι μια ευκαιρία για το θεραπευόμενο να ξαναδεί ποιες είναι οι ανάγκες του, να τις αναγνωρίσει, να τις εκφράσεις, να τις διεκδικήσει, να αναζητήσει πηγές υποστήριξης, να μάθει ξανά από την αρχή να εμπιστεύεται τους ανθρώπους και τον εαυτό του, μέσα από επανορθωτικές εμπειρίες με τον θεραπευτή. Άλλωστε σκοπός της ψυχοθεραπείας είναι το άτομο να μάθει να κάνει σχέσεις που να καλύπτουν τις ανάγκες του, να είναι ολόκληρος μέσα σ΄ αυτές, να νιώθει ασφάλεια να χάσει τον εαυτό του προσωρινά, να μην χρειάζεται διαρκώς να περιφρουρείται, να μπορέσει δηλαδή να επεξεργαστεί τα κομμάτια του εαυτού του που παραπέμπουν είτε σε ένα αγχώδες είτε/και σ΄ ένα αποφευκτικό στιλ προσκόλλησης.
Η ζωή του ανθρώπου ξεκινά με ένα σοκ! Τον θάνατο του εμβρύου για να γεννηθεί ο άνθρωπος. Ήδη με την γέννησή μας έχουμε γνωρίσει την ανασφάλεια, ήδη ο οργανισμός πρέπει να κινητοποιηθεί από μόνος του για να καλύψει την ανάγκη πχ για οξυγόνο, που μέχρι πρότινος του παρέχονταν χωρίς να το ζητήσει. Έτσι αναδεικνύεται η σημαντικότητα της σχέσης. Αν καλύπτονταν πάντα όλες οι ανάγκες μας δεν θα είχαμε ανάγκη τις σχέσεις, αν ζούσαμε σ΄ ένα περιβάλλον όπως είναι η μήτρα. Από βρέφη μέσα από μια σχέση επιβιώνουμε, λειτουργεί το ένστικτο του μωρού να κάνει σχέση μ΄ αυτόν που το ταΐζει, με σκοπό την κυριολεκτική αλλά και την συναισθηματική επιβίωση, να κατακτήσει το παιδί ένα υποκειμενικό αίσθημα ασφάλειας. Για παράδειγμα σύμφωνα και με κάποιες έρευνες τα παιδιά ενός ορφανοτροφείου μπορεί να επιβιώνουν σωματικά και αυτό όχι πάντα, γιατί συναισθηματικά μαραζώνουν. Όσο και αν μεγαλώσουμε και μπορούμε να καλύπτουμε τις ανάγκες μας, αυτό δεν μειώνει την αξία των σχέσεων. Πολλές φορές στην ενήλικη ζωή παρανοούμε ότι οι σχέσεις δεν είναι ανάγκη αλλά μια πολυτέλεια, ένα συν στην ζωή μας, ενώ εξακολουθεί να είναι μια τόσο ζωτική ανάγκη, όσο ο αέρας που αναπνέουμε και το νερό που πίνουμε.
Η αγάπη δεν είναι το κερασάκι στην τούρτα, δεν είναι απλά ένας ωραίος πίνακας, ένα ωραίο σώμα, μια πολυτέλεια, «θα σπουδάσεις, θα καταξιωθείς και μετά θα κάνεις σχέση» λέγανε οι μαμάδες μας. Οι σχέσεις είναι αυτές που μας επιτρέπουν να κάνουμε και όλα τα άλλα. Η αγάπη είναι σημαντική όχι μόνο για το ευ ζην αλλά και για την επιβίωσή μας. Είναι η ζωή μας, είναι η νοημοσύνη μας, η ευτυχία μας.